Δώσε μου χρόνο.
Στα γόνατα πέφτω κι απλώνω τα χέρια. Διψούν οι χούφτες μου για χρόνο. Μια ώρα ή δύο. Μπορεί και πέντε.
Λεπτά στοιβαγμένα για να αξιοποιηθούν, να καλύψουν τις ανάγκες μου.
Δεν περπατώ ξέρεις ζωή. Μόνιμα τρέχω.
Έτσι που μου τα έχεις καταφέρει τρέχω για να προλάβω κάθε τι.
Τρέχω
και οι δείκτες του ρολογιού κινούνται αμείλικτα. Κι αυτή η σκόνη της
ημερήσιας κλεψύδρας μου ολοένα και τελειώνει. Τελειώνει και με αφήνει
στα μισά.
Πάντα στη μέση. Πάντα λαχανιασμένα. Πάντα με την ψυχή στο στόμα.
Πως να προλάβει κανείς πες μου τούτη την καθημερινότητα;
Πως να ικανοποιήσει στις 24 ωρίτσες που έδωσε το Σύμπαν στη μέρα, κάθε ανάγκη;
Κάποια
τρύπα κλείνω κι αμέσως ανοίγει άλλη. Σε κάθε στροφή του τρεχαλητού μου
με περιμένει και μια καινούρια αστραφτερή ανάγκη. Σκύβω να τη μαζέψω και
χάνω το συγχρονισμό μου. Χάνω χρόνο, χάνω προτεραιότητες.
Όχι δεν προλαβαίνω.
Κι ύστερα είναι και οι άνθρωποί μου. Που να τους στριμώξω για να τους βλέπω βρε ζωή;
12 ώρες δουλειά, 4 ώρες τηλέφωνα για δουλειά, 3 ώρες πήγαινε έλα, 5 ώρες ύπνος.
Πόσο μας κάνουν;
24.
Και εκείνοι που αγαπώ; Που θα στριμωχτούν; Κι εγώ; Που να τρυπώσω για να βρω λίγο χρόνο να αγαπήσω τον εαυτό μου;
Να τον φροντίσω, να τον κανακέψω;
Αμείλικτε
χρόνε είσαι λίγος και δε μου φτάνεις. Κι όσο σ’αγαπώ που μου δίνεσαι,
άλλο τόσο σε μισώ που τελειώνεις και δεν έχω προλάβει στο διάβα σου να
κάνω όσα θέλω.
Ας σταματήσει κάποιος τη γη από το να κινείται. Αγχώνομαι.
Θέλω ζωή, μ’ακούς ζωή;
Εσένα θέλω. Αλλά όχι να σε τρέχω. Όχι να αγχώνομαι και να μην προλαβαίνω.
Θέλω χρόνο ουσιαστικό για μένα κι όσους αγαπώ.
Θέλω συγκροτημένες ανάγκες, με μέτρο και συνείδηση. Με ταπεινότητα.
Θέλω
τους αγαπημένους μου κοντά. Κι ας βγάλω λιγότερα λεφτά, ας πληρώνω ένα
λογαριασμό καθυστερημένα. Ας πάω μια βόλτα κι ας το πληρώσω μετά με δυο
ώρες δουλειάς παραπάνω. Δεν πειράζει. Αντίθετα, αξίζει τον κόπο.
Μάθαμε
να τρέχουμε για να προλάβουμε την καθημερινότητα. Και προσαρμοστήκαμε
σε μια πραγματικότητα που ούτε τη θέλουμε κατά βάθος, μα ούτε και μας
ταιριάζει. Βρήκαμε τα πορτοφόλια και χάσαμε τους ανθρώπους, γεμίσαμε
τσέπες κι αδειάσαμε αισθήματα.
Κι όσο για τον εαυτό μας; Μόνιμα στην άκρη και μόνιμα στερημένος, παραπονεμένος, παρατημένος.
Όχι, δεν το θέλω. Δεν το αξίζω, δεν το μπορώ.
Εγώ απόψε θα βγω βόλτα, ζωή.
Κι ας κουτουλάω αύριο στο γραφείο. Σκασίλα μου.
Θα
κάνω μια μεγάλη αγκαλιά την αγάπη μου, θα την πάρω από το χέρι και θα
την πάω βόλτα. Έτσι γιατί θέλω. Κι αφού το θέλω θα το μπορέσω κιόλας.
Γιατί από όλα τα λεπτά της ζωής, εκείνος ο χρόνος που περνά κανείς με αγάπη και μυαλό καθάριο, μετρά.
Αυτές οι στιγμές μόνο μετρούν.
Όλα τα άλλα βάλ’ τα για προσάναμμα…