Μόσχα και Πεκίνο έχουν πλέον διαμορφώσει μια πολυεπίπεδη σχέση στρατηγικής συνεργασίας, κυρίως εξ αιτίας των κυρώσεων της Δύσης κατά της Ρωσίας και του εμπορικού πολέμου που έχει ξεσπάσει μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Η Κίνα αποτελεί πλέον “στρατηγικό εταίρο” της Ρωσίας, ειδικά στον οικονομικό τομέα, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη της ευρωπαϊκής αγοράς και των επενδύσεων.
Πεκίνο καλεί Μόσχα: Συγκλίνουσες απόψεις και συμφέροντα
Από το 2013, όταν έγινε επικεφαλής της Κίνας ο Πρόεδρος Σι Τζιπινγκ, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συναντήθηκε μαζί του 27 φορές. Κατά τις συνεδριάσεις της G20, τις συνεδριάσεις της Πρωτοβουλίας της Σαγκάης, τις συνόδους κορυφής BRICS κ.ά. οι δύο ηγέτες της Ευρασίας εδραίωσαν μια προσωπική φιλία.
Κατά τη διάρκεια της όγδοης επίσκεψής του στη Ρωσία, η οποία πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της 70ης επετείου της έναρξης των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης, ο Πούτιν δήλωσε πως η συνεργασία μεταξύ της Κίνας και της Ρωσίας βρίσκεται στο ιστορικά υψηλότερο σημείο τους. Και οι δύο μεγάλες Ευρασιατικές χώρες αντιπροσωπεύουν παρόμοιες πολιτικές απόψεις σχετικά με την κρίση του μονοπολικού κόσμου, είναι κατά του Προστατευτισμού του Τραμπ, αντιτίθενται στις ΗΠΑ στο ζήτημα της Βενεζουέλας και του Ιράν, όπου η διακυβέρνηση Τραμπ θα ήθελε πολιτική αλλαγή ακόμη και στρατιωτική επέμβαση. Ωστόσο η βελτίωση των πολιτικών τους σχέσεων, μόλις τα τελευταία δύο χρόνια άρχισε να συνοδεύεται από επαρκή πρόοδο της μεταξύ τους οικονομικής συνεργασίας.
Όταν ρωτήθηκε αν η ρωσο-κινεζική συνεργασία θα μπορούσε να αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική εξαιτίας του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, ο Πούτιν απάντησε με μια κινεζική παροιμία: «στο βουνό η μαϊμού γελά, όσο οι τίγρεις παλεύουν μεταξύ τους στην κοιλάδα». Κι αυτό χωρίς να ληφθεί υπόψιν και το γεγονός πως οι Δυτικές κυρώσεις επηρέασαν αρνητικά τη ρωσική οικονομία, που αναζητεί διέξοδο σε νέες αγορές.
Συμμαχία υψηλής τεχνολογίας
Στη Μόσχα, υπό την παρουσία του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Κινέζου ομόλογου του Σι Τζιπίνγκ, οι διευθυντές του κινεζικού γίγαντα της πληροφορικής Huawei, ενάντια του οποίου οι ΗΠΑ έχουν κυρήξει ανοικτό πόλεμο, και η ρωσική εταιρεία τηλεπικοινωνιών MTS, υπέγραψαν συμφωνία-μαμούθ για την ανάπτυξη του δικτύου 5G στη Ρωσία το έτος 2019 και το 2020. Τον Μάιο του 2019, η ρωσική εταιρεία κινητής τηλεφωνίας Beeline ανακοίνωσε ότι θα χρησιμοποιήσει την τεχνολογία της Huawei για τον εκσυγχρονισμό των τηλεπικοινωνιακών δικτύων της Μόσχας. Οι κινεζικές εταιρείες πληροφορικής, που εισέρχονται στην αγορά της Ρωσίας, δεν επιτρέπεται πλέον να αναπτύξουν δίκτυα 5G στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά, στη Νέα Ζηλανδία, ενδεχομένως και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο πρόεδρος Τραμπ απαγορεύει αυστηρά στις αμερικανικές επιχειρήσεις να συνεργάζονται με την Huawei, πυροδοτώντας έτσι την “έναρξη ενός τεχνολογικού πολέμου”, όπως τον αποκάλεσε και ο Πούτιν.
Ο κινεζικός γίγαντας Alibaba επέκτεινε κι αυτός τις δραστηριότητές του στη Ρωσία. Μέσω της Alibaba διακινείται το 90% των online κινεζικών προϊόντων στη ρωσική αγορά, αλλά και μέσω της ίδιας εταιρείας ρωσικές μάρκες τοποθετούνται στην Κίνα. Με την Alibaba έχει πολύ στενή σχέση ο Ρώσος μεγιστάνας, Ουζμπεκικής καταγωγής, Alisher Usmanov, ο οποίος βρίσκεται κοντά στο Κρεμλίνο, και κατέχει σημαντικό ρόλο στη μεταλλουργία, στις επικοινωνίες και στα Μέσα Ενημέρωσης. Πλέον ο όμιλός του επενδύει στην Mail.ru και στην Megafon, που συνενώνονται με την κοινοπραξία Alibaba για την πραγματοποπιηση online λιανικών πωλήσεων.
Πουλώντας ρωσική σόγια στην Κίνα
Η Ρωσία προσπαθεί επίσης να αντικαταστήσει εισαγωγές αγροτικών προϊόντων που κάνει η Κίνα από τις ΗΠΑ, τα οποία είναι και ο στόχος των αντιποίνων από τις κινεζικές τελωνειακές αρχές. Το εμπόριο αγροτικών προϊόντων και τροφίμων μεταξύ της Κίνας και της Ρωσίας το 2018 αυξήθηκε κατά 30% φτάνοντας το ποσό των πέντε δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το ρωσικό χωριό Razdeljnoje στην περιοχή Αμούρ, κοντά στα κινεζικά σύνορα, μέχρι πρόσφατα ήταν σοβχόζ 27.000 στρεμμάτων κι έτοιμο να καταρρεύσει οικονομικά. Αυτή η κατάσταση όμως άλλαξε γιατί φέτος είχε τη μεγαλύτερη συγκομιδή εδώ και 90 χρόνια, αγόρασε νέα μηχανήματα και άρχισε να πληρώνει αμοιβές και επιδόματα. Όλα αυτά παράγοντας σόγια, οι εξαγωγές της οποίας από τη Ρωσία το 2018 αυξήθηκε κατά δέκα φορές και έφθασε σχεδόν το ένα εκατομμύριο τόνους, ειδικά μετά τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε ο Τραμπ και σχεδόν εξαφάνισε τις εξαγωγές σόγιας από τις ΗΠΑ προς την Κίνα.
Στρατιωτική συνεργασία αλλά όχι (ακόμη) συμμαχία
Ως γνωστόν η Μόσχα κατάργησε την προηγούμενη απαγόρευση των εξαγωγών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας της στο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα της Κίνας. Το Νοέμβριο του 2014 υπέγραψε συμβόλαιο για την πώληση του συστήματος πυραύλων S-400 στην Κίνα, το ίδιο μοντέλο που σε ένα μήνα σκοπεύει να παραλάβει και η Τουρκία. Το Νοέμβριο του 2015 πούλησε 35 μαχητικά αεροσκάφη Su, τα οποία αποτελούσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων από το 2011.
Μόσχα και Πεκίνο, σε επίπεδο υπουργών Άμυνας, συζητούν συχνά για ζητήματα περιφερειακής και παγκόσμιας ασφάλειας, παρουσιάζοντας συγκλίνουσες απόψεις. Το 2018 έλαβαν χώρα μια σειρά από κοινές ρωσο-κινεζικές στρατιωτικές ασκήσεις. Ωστόσο αυτή η επέκταση της στρατιωτικής συνεργασίας δεν σημαίνει και το σχηματισμό μιας στρατιωτικής συμμαχίας, τύπου ΝΑΤΟ, καθώς οι δύο πλευρές δεν είναι ακόμη έτοιμες για μια τέτοια εξέλιξη. Ίσως γιατί δεν επιθυμούν να ενεργοποιήσουν τη λεγόμενη “Παγίδα του Θουκιδίδη” και να προκαλέσουν παγκόσμια σύρραξη, ενεργοποιώντας τα αντακλαστικά των ΗΠΑ, που ως δύναμη Status Quo, μπορεί να μπει στο πειρασμό να διεξάγει “προληπτικούς πολέμους” προτού η δυναμική άνοδος της Κίνας οδηγήσει και σε στρατιωτική υπεροχή εκ μέρους της.
Οι υστεροβουλίες της Κίνας
Η Κίνα ασφαλώς δεν είναι ένας καλοπροαίρετος υποστηρικτής της ρωσικής οικονομίας. Τα δάνεια που χορήγησε το Πεκίνο στην κρίση του 2014 για να σωθεί η ρωσική οικονομία δεν ήταν φθηνά. Οι Κινέζοι προσπαθούν να επιβάλουν τη χρήση του Γιούαν ως βασικού νομίσματος των διμερών συναλλαγών, το οποίο δεν είναι μετατρέψιμο νόμισμα και ελέγχεται από το Πεκίνο. Αυτό δεν αρέσει στους Ρώσους, επειδή χρειάζονται “σκληρό συναλλαγμα” από τις εξαγωγές τους για τη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού και των εμπορικών τους ελλειμμάτων. Πάντως από το 2014 ως το 2018 οι διμερείς οικονομικές συναλλαγές των δύο γιγάντων γίνεται όλο και περισσότερο σε ρούβλια και γιούαν και όλο και λιγότερο σε δολάρια και ευρώ. Ήδη από το 2014 η Κίνα προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τη δυσχερή οικονομική θέση της Ρωσίας και να εισέλθει τομείς στους οποίους η Μόσχα δεν είχε αφήσει να πάει και ιδιαίτερα στον τομέα της παραγωγής πετρελαίου. Η Κίνα εποφθαλμιά τους τεράστιους φυσικούς πόρους της Σιβηρίας και αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν καλά στη Μόσχα.
Σινο-ρωσικά ενεργειακά συμβόλαια-μαμούθ
Τον Μάιο του 2014, δύο μήνες αφού η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στη Ρωσία, ο Πούτιν επισκέφθηκε τη Σαγκάη, συνοδεύομενος από 25 μεγάλες ρωσικές επιχειρήσεις. Στη συνέχεια υπέγραψε σύμβαση για την προμήθεια φυσικού αερίου μεταξύ της Gazprom και της κινεζικής κρατικής εταιρίας πετρελαίου CNPC που ανέρχεται στο ιλλιγιώδες ποσό των 400 δισεκατομμυρίων δολαρίωνκαι έχει διάρκεια πάνω από 30 χρόνια.
Το Δεκέμβριο του 2019 θα πρέπει να ξεκινήσει η ροή του φυσικού αερίου στον μήκους 2.200 χιλιομέτρων ρωσικό αγωγό της Άπω Ανατολής, που ονονάζεται «Δύναμη της Σιβηρίας», κι έχει χωρητικότητα 38 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως. Αυτό ο γιγαντιαίος αγωγός εκτείνεται από τη ρωσική Γιακουτία (κεντρική Σιβηρία) μέχρι τα κινεζικά σύνορα, διερχόμενος μέσα από ένα περίπλοκο ανάγλυφο με ακραίες κλιματικές ζώνες, με θερμοκρασίες που το χειμώνα πέφτουν στους -62 βαθμούς Κελσίου. Το ρωσικό αέριο, που μειώνει τη συμμετοχή του στην ευρωπαϊκή αγορά, θα τροφοδοτεί πλέον την τεράστια ενεργειακή αγορά της Κίνας.
Κινεζικές εταιρείες κατέχουν ήδη ένα 29,9% των μετοχών της τεράστιας μονάδας παραγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου “NOVATEK Yamal SPG”, στην ομώνυμη χερσόνησο της βόρειας Σιβηρίας, που αποτελεί τη μεγαλύτερη δεξαμενή φυσικού αερίου στον κόσμο. Επιπλέον από τον Ιανουάριο του 2017 η κινεζική πετρελαϊκή εταιρεία Sinopec έχει αποκτήσει το 10% των μετοχών της ρωσικής εταιρείας Sibur naftnohemijske που ασχολείται με την παραγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου. Τον Ιούνιο του 2017 η εταιρεία Rosneft Πεκίνο Gas Company πούλησε στους Κινέζους, έναντι 1,1 δισ $, το 20% των μετοχών της θυγατρικής της Verhnečonskneftegaz από το Ιρκούτσκ.
Ο “δρόμος του μεταξιού στον πάγο”: η Βόρεια Θαλάσσια Διαδρομή
Τον Ιούλιο του 2018, για την πρώτη παράδοση του υγροποιημένου φυσικού αερίου από την χερσόνησο Γιαμάλ στην Κίνα, ξεκίνησε ένα ειδικό δεξαμενόπλοιο δια μέσου της λεγόμενης Βόρειας Θαλάσσιας διαδρομής, δηλαδή από τον Αρκτικό Ωκεανό. Τα δρομολόγια αυτά οι Κινέζοι τα αποκαλούν “δρόμος του μεταξιού στον πάγο”, και τα Ρωσικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ως πιθανή αντικατάσταση της διώρυγας του Σουέζ.
Στο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, ο Πούτιν πρότεινε ότι ο “Δρόμος του Μεταξιού” θα πρέπει να συνδέεται με τη ρωσική Βόρεια Θαλάσσια Οδός η οποία, λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, γίνεται όλο και πιο κερδοφόρα. Ο Πούτιν ζήτησε από τη Rosatom να καθορίσει το εύλογο κόστος των υπηρεσιών που παρέχουν οι φορείς πυρηνικών παγοθραυστικών και τα κατάφερε. Οι Ρώσοι πιστεύουν ότι η θαλάσσια οδός που διέρχεται από τα εσωτερικά ύδατά τους στον Αρκτικό Ωκεανό, με δεξαμενόπλοια που επιμένουν να έχουν Ρώσους οδηγούς, θα μειώσουν τον χρόνο μεταφοράς των εμπορευμάτων κατά 45 ημέρες.
Κινεζικές επενδύσεις στις υποδομές
Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι ρωσικοί σιδηρόδρομοι αποτελούν ακόμη τον βασικό τρόπο διαμετακόμισης κινεζικών εμπορευμάτων μέσω της Ρωσίας, η κίνηση των οποίων αυξήθηκε ελαφρώς το 2018-19. Επίσης αυξάνεται και η υποδιαμετακόμιση ευρωπαϊκών προϊόντων προς την Κίνα μέσου του Υπερσιβηρικού Σιδηρόδρομου. Πολλές κοινές σινο-ρωσικές επενδύσεις υλοποιούνται και στον τομέα των υποδομών. Η νέα γέφυρα στον ποταμό Αμούρ που δόθηκε στην κυκλοφορία το Φεβρουάριο του 2019 και συνδέει την πόλη Nižnjelenjinkoje ρωσική με την κινεζική πόλη Tongjang.
Ωστόσο οι διαπραγματεύσεις για την κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας, που θα συνδέει το Πεκίνο με τη Μόσχα και θα επεκτείνεται ως το Βερολίνο, πάγωσαν για την ώρα. Παρατηρούνται άλλωστε και φαινόμενα αντίστασης των Ρώσων πολιτών στην επενδυτική επέλαση των Κινέζων, ειδικά στη Σιβηρία, όπου διαισθάνονται κι ένα είδος απειλής. Το Πεκίνο απαντά καθησυχαστικά λέγοντας ότι στα μάτια του η Ρωσία δεν είναι διαφορετική από την Ελλάδα ή την Αγκόλα, όπου κι εκεί έχει υλοποιήσει σημαντικές στρατηγικές επενδύσεις.
Φιλόδοξοι στόχοι, μικρά αποτελέσματα
Το 2011 Κινέζοι και οι Ρώσοι ηγέτες είχαν θέσει τον φιλόδοξο στόχο οι σινο-ρωσικές εμπορικές συναλλαγές το 2015 να ανέλθουν στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια και σε 200 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2020. Στην αρχή φαινόταν ότι ο στόχος αυτός ήταν εφικτός. Το επίπεδο των διμερών εμπορικών συναλλαγών το 2014 έφτασε στα 90 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά στη συνέχεια, λόγω των Δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, μειώθηκε στα 64 δισεκατομμύρια δολάρια. Στη συνέχεια το διμερές εμπόριο αυξήθηκε και πάλι κι έφτασε το 2018 στα 108 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αναντικατάστατες (ακόμη) οι αγορές της Δύσης
Συγκριτικά το εμπόριο Κίνας – ΗΠΑ και παρά το ξέσπασμα του εμπορικού πολέμου ανέρχεται στα 630 δισ. Δολάρια. Οι ΗΠΑ απορροφούν το 19% των συνολικών κινεζικών εξαγωγών, ενώ η Ρωσία μόνο το 2%. Αντίστοιχα η Κίνα εισάγει το 8% των συνολικών εισαγωγών της από τις ΗΠΑ, ενώ μόνο το 2% από τη Ρωσία. Οι υδρογονάνθρακες συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν το 70% των ρωσικών εξαγωγών προς την Κίνα. Παρά τη σημασία του πετρελαίου, η Ρωσία απέχει πολύ από το να γίνει ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Κίνας και στον τομέα αυτό βρίσκεται πίσω ακόμη κι από χώρες όπως το Βιετνάμ, η Μαλαισία και τη Ινδία,, που είναι πιο σημαντικοί εμπορικοί εταίροι της Κίνας.
Από την άλλη πλευρά, παρά τη στροφή της προς την Κίνα και τις κυρώσεις, η Ευρώπη παρέμεινε βασικός εμπορικός εταίρος της Ρωσίας. Το 2014, το εμπόριο μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης ανερχόταν σε περίπου 380 δισεκατομμύρια δολάρια (48,2% του συνολικού εμπορίου της Ρωσίας) και το 2018 ο αριθμός αυτός μειώθηκε σε 294,2 δισεκατομμύρια δολάρια (42,7%), τρεις φορές υψηλότερο από το προαναφερθέν ρεκόρ ρωσο-κινεζικού εμπορικού ισοζυγίου. Η εφημερίδα Izvestia επισημαίνει άλλωστε πως οι προοπτικές συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Κίνας δεν πρέπει να υπερκτιμούνται. Η αμερικανική αγορά είναι και παραμένει για την Κίνα ο βασικός στρατηγικός της στόχος, Αντίστοιχα για τη Ρωσία προτεραιότητα έχουν οι οικονομικές, και όχι μόνον, σχέσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους της. Αν και οι δύο μεγάλες ευρασιατικές χώρες μοιάζουν να έχουν συνάψει έναν συγκυριακό “γάμο συμφέροντος”, εντούτοις ο πραγματικός τους έρωτας βρίσκεται αλλού. Και είναι πολύ δύκολο να βρουν υποκατάστατό του.