Η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει ότι από τη στιγμή που η διαπραγμάτευση είναι ακόμα ανοικτή, είναι «μέχρι ενός σημείου λογικό να ακούγονται πολλά, από διάφορες πλευρές, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, για προφανείς λόγους». Σημειώνει ότι «στόχος της ελληνικής πλευράς είναι μια κοινωνικά δίκαιη και βιώσιμη συμφωνία, που θα επιτρέψει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, έτσι ώστε να τονωθεί η ρευστότητα στην αγορά αλλά και να μειωθούν τα επιτόκια των ομολόγων» και πως «άμεση επιδίωξη είναι η διαμόρφωση των βασικών σημείων αυτής της συνολικής πολιτικής συμφωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών». Προσθέτει ότι «υπάρχει η διάθεση για να ληφθούν πρωτοβουλίες έτσι ώστε να γεφυρωθούν οι διαφορές μεταξύ των εμπλεκομένων μερών το συντομότερο δυνατό».
Η κ. Σβίγκου τονίζει ότι η βελτίωση των οικονομικών δεικτών είναι δεδομένο που αναγνωρίζονται πλέον από την ΕΚΤ, το Eurogroup, την Κομισιόν και πως «ο μόνος που δεν θέλει να δεχτεί την πραγματικότητα είναι ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος συντάσσεται, για άλλη μια φορά, με την πιο σκληρή πλευρά των δανειστών».
Στο ερώτημα τι θα γίνει, «μέτρα λιτότητας ή εκλογές εδώ και τώρα;», αν δεν υπάρξει συμφωνία και συνεχιστούν να ασκούνται πιέσεις, η κ. Σβίγκου είπε: «Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Κανέναν δεν συμφέρει στην Ευρώπη η παράταση της αβεβαιότητας ως προς το ελληνικό πρόγραμμα. Η δε συμφωνία του Αυγούστου πρέπει να γίνει σεβαστή από όλες τις πλευρές. Σε αυτό το πλαίσιο εργαζόμαστε για την επίτευξη μιας συνολικής συμφωνίας που θα λειτουργήσει θετικά για όλη την Ευρώπη». Σχετικά με τις εκλογές, σχολίασε ότι «ο μόνος που ξυπνάει και κοιμάται με τη σκέψη του σε αυτές είναι ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ, διότι ονειρεύονται την παλινόρθωση του κομματικού τους κράτους, την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων και την ολοκληρωτική ισοπέδωση του κοινωνικού κράτους».
Συνεχίζοντας τα «πυρά» προς την αξιωματική αντιπολίτευση, η κ. Σβίγκου μίλησε για «τα ολέθρια αποτελέσματα των δικών τους διαπραγματεύσεων» και την κατηγόρησε ότι δεν έχει πολλά να πει για τα πρωτογενή πλεονάσματα που ζητά το Ταμείο. Υπενθύμισε ότι «τα δυσβάσταχτα πρωτογενή πλεονάσματα που είχε δεχτεί η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου για την τριετία ισοδυναμούσαν με 20 δις περισσότερα μέτρα» και πως «η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δεσμευθεί για πλεονάσματα 4,2% μέχρι το 2030».
Τόνισε ότι η κυβέρνηση «ακριβώς επειδή δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, είναι αποφασισμένη να ρίξει άπλετο φως στο σκοτάδι της διαφθοράς και της διαπλοκής που βασίλευε στον τόπο τις τελευταίες δεκαετίες». Σημείωσε πως το γεγονός ότι η Εξεταστική για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ είναι μόνο μία από τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, «αυτό έχει ενοχλήσει και φοβίσει πολλούς, οι οποίοι διέπονταν πάντοτε από μια ιδιοκτησιακή αντίληψη για το κράτος, κι από μια αίσθηση παντοδυναμίας και ατιμωρησίας». Είπε ότι η ΝΔ χρησιμοποιεί «δικαιολογίες», αντί να απαντά και σχολίασε δηκτικά πως «το μόνο που δεν μας έχουν πει ακόμα, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ φταίει, για παράδειγμα, για τα δάνεια του Κήρυκα, τα τηλεφωνικά κέντρα της Ζήμενς, τα κονδύλια του ΚΕΕΛΠΝΟ, τη Novartis, τις μίζες για τα εξοπλιστικά προγράμματα, τα θαλασσοδάνεια των κομμάτων τους, τις υπόγειες σχέσεις τους με εκδοτικά και οικονομικά συγκροτήματα».
Αναφορικά με το ζήτημα του πόθεν έσχες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Ράνια Σβίγκου επισήμανε ότι αυτό δεν είναι ένα ευαίσθητο προσωπικό ζήτημα, επισημαίνοντας ότι «υπάρχουν συγκεκριμένα δημοσιεύματα, για επιχειρηματικές σχέσεις της κ. Μητσοτάκη με τον περιβόητο κ. Παπασταύρου, υπάρχει ένα σπίτι στο Παρίσι, που αγοράστηκε με το «ευτελές» ποσόν του 1,5 εκατομμυρίων ευρώ.
Σχολίασε ότι «τόσο για τα περίφημα δάνεια του Κήρυκα των Χανίων, όσο και για το πόθεν έσχες του, έχουμε ακούσει ως τώρα από τον κ. Μητσοτάκη μόνο κραυγές, ότι τον στοχοποιούν και τον διαβάλλουν» και πως «για τα μεν δάνεια, η τράπεζα θυμήθηκε, εν μέσω Εξεταστικής, ότι δεν είχε εισπράξει από τον πρόεδρο της ΝΔ ούτε δεκάρα τσακιστή». Για το δε πόθεν έσχες, είπε ότι «αν ίσχυε στην περίπτωσή του η παροιμία «καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται», θα μπορούσε να το δημοσιοποιήσει άμεσα, για να απαντήσει στα ερωτήματα, όχι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά της κοινωνίας».
Για τον ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ότι «η άμεση, αδιαμεσολάβητη επαφή με την κοινωνία, με τις έγνοιες, τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες της, δείχνει ότι εμείς δεν κρυφτήκαμε, ούτε τώρα κρυβόμαστε από τον λαό». Είπε πως πρέπει να αφουγκραζόμαστε τα προβλήματα του κόσμου, να βρίσκουμε λύσεις, να διορθώνουμε αστοχίες και να επιταχύνουμε σειρά μεταρρυθμίσεων με κοινωνικό πρόσημο, να απαντάμε πρόσωπο με πρόσωπο, με πειστικά επιχειρήματα, «διότι ο κόσμος της εργασίας είναι η μοναδική μας έγνοια και η μοναδική μας δύναμη». Είπε, μεταξύ άλλων, ότι «ο κόσμος περιμένει ακόμα πολλά από τον ΣΥΡΙΖΑ, κι εμείς είμαστε υποχρεωμένοι, από την Ιστορία και τις λαϊκές ανάγκες, να εργαστούμε σκληρότερα, να πετύχουμε περισσότερα».
Ερωτηθείσα αν η περίπτωση Grexit είναι υπαρκτή, δεδομένων και των δηλώσεων Σόιμπλε, η κ. Σβίγκου επισήμανε ότι πέρα από τη διαπραγμάτευση, θα πρέπει να έχουμε συνεχώς υπόψη μας ότι στη Γερμανία έχουν εκλογές τον ερχόμενο Σεπτέμβριο: «Ο Σόιμπλε επιχειρεί να ανακόψει τις διαρροές των Χριστιανοδημοκρατών προς το ξενοφοβικό AfD και τους Φιλελεύθερους, υιοθετώντας σκληρούς τόνους απέναντι στην Ελλάδα». Τόνισε ότι «μπορεί να είναι μια στάση η οποία θεωρεί ότι τον ευνοεί, στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Γερμανίας, αλλά δεν ανταποκρίνεται ούτε στην σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, ούτε βοηθά στην ανάσχεση του αντιευρωπαϊκού κλίματος, διεθνώς». Υπογράμμισε, τέλος, πως τέτοιες ακραίες απόψεις αποδοκιμάζονται πλέον ανοιχτά, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στο εσωτερικό της Γερμανίας.