στην έκθεση που δημοσιοποίησε σήμερα. Το Ταμείο κάνει λόγο για χρηματοδοτικό κενό ύψους 5,5 έως 9,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2015-16, διαπιστώνει τεράστια απόκλιση από το στόχο εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις, ενώ προβλέπει ύφεση 4,25% για το 2013.
Η έκθεση χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως «ρίσκο» για την εφαρμογή του προγράμματος αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Ένας βασικός κίνδυνος για το πρόγραμμα είναι η μειωμένη υποστήριξη προς τις μεταρρυθμίσεις, αφού η Ελλάδα μπαίνει σε άλλη μία χρονιά ύφεσης. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις συρρίκνωση της προτίμησης στα κόμματα της συγκυβέρνησης και αύξηση υποστήριξης στον ΣΥΡΙΖΑ και στα άλλα κόμματα που εναντιώνονται στο πρόγραμμα. Αυτό θα μπορούσε, πέρα από τις καθυστερήσεις εφαρμογής να οδηγήσει σε πολιτική κρίση που ενδέχεται να προκαλέσει χρεοκοπία και έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη».
Το ΔΝΤ αναφέρει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει σημειώσει πρόοδο στην
εφαρμογή του προγράμματος, ωστόσο, ο «εκτροχιασμός» του οφείλεται στην
παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, που πάγωσε τις μεταρρυθμίσεις.
Οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου διαπιστώνουν χρηματοδοτικό κενό, επισημαίνοντας πως η περαιτέρω «έγκαιρη» παροχή βοήθειας από τη Ε.Ε. για τη χρηματοδότηση της Ελλάδας και την αντιμετώπιση του χρέους είναι «κρίσιμα» μεγέθη στην «επιτυχία του προγράμματος». Σημειώνει επίσης ότι η έγκαιρη επίτευξη των συμφωνημένων μεταρρυθμισεων παραμένει μία «σταθερή πρόκληση» και θα απαιτήσει «εντατικές και αδιάλειπτες προσπάθειες».
Από το Ταμείο τονίζεται η τεράστια απόκλιση από το στόχο εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις, καθώς η Αθήνα εισέπραξε μονάχα 6 εκατομμύρια ευρώ κατά το 2012, έναντι στόχου 3,2 δισ.
Επιπλέον, αφήνει εκ νέου ανοιχτό το ενδεχόμενο «κουρέματος» των διακρατικών δανείων (GLF) που έχουν προσφέρει στη χώρα μας τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.
Παράλληλα, γίνεται μνεία στη λήψη μέτρων ύψους 2 έως 4 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη διετία 2015-16, έπειτα από τη δέσμη των 13,5 δισ. που θα εφαρμοσθεί έως τη λήξη του 2014.
Η διάθεση πόρων για την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων αναμένεται να προέλθει από την παράταση της έκτακτης εισφοράς και πέραν του 2014, λόγω της επέκτασης του προγράμματος, τη μείωση του δημόσιου τομέα, την επέκταση της μεταρρύθμισης στο χώρο της υγείας, καθώς και απο την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Στην έκθεσή γίνεται λόγος για μία οικονομία που παραμένει «αδύναμη», κάτι που ήταν ωστόσο αναμενόμενο καθώς η ελληνική προσαρμογή κινείται ακόμα μέσω «υφεσιακών αντί φιλο-παραγωγικών καναλιών».
Προβλέπει ύφεση της τάξης του 4,25% για τη χώρα μας κατά το 2013, ως απόρροια της σταθερής «αρνητικής απόκλισης» του ΑΕΠ σε σχέση με τις προβλέψεις του προγράμματος, και σημειώνει πως η ελληνική οικονομία να πλήττεται από «αποδυναμωμένη εμπιστοσύνη», «σφιχτές συνθήκες ρευστότητας» και «αδυναμία στις εξαγωγικές αγορές».
Εκτός από τις αρνητικές επισημάνσεις, υπάρχουν και θετικές διαπιστώσεις, όπως η υπερψήφιση του νέου φορολογικού νομοσχεδίου, η συνέχιση της αναδιάταξης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού κλάδου (με εκκρεμότητα την υπόθεση του ΤΤ) και η ολοκλήρωση πληθώρας προαπαιτούμενων δράσεων.
Οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου διαπιστώνουν χρηματοδοτικό κενό, επισημαίνοντας πως η περαιτέρω «έγκαιρη» παροχή βοήθειας από τη Ε.Ε. για τη χρηματοδότηση της Ελλάδας και την αντιμετώπιση του χρέους είναι «κρίσιμα» μεγέθη στην «επιτυχία του προγράμματος». Σημειώνει επίσης ότι η έγκαιρη επίτευξη των συμφωνημένων μεταρρυθμισεων παραμένει μία «σταθερή πρόκληση» και θα απαιτήσει «εντατικές και αδιάλειπτες προσπάθειες».
Από το Ταμείο τονίζεται η τεράστια απόκλιση από το στόχο εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις, καθώς η Αθήνα εισέπραξε μονάχα 6 εκατομμύρια ευρώ κατά το 2012, έναντι στόχου 3,2 δισ.
Επιπλέον, αφήνει εκ νέου ανοιχτό το ενδεχόμενο «κουρέματος» των διακρατικών δανείων (GLF) που έχουν προσφέρει στη χώρα μας τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.
Παράλληλα, γίνεται μνεία στη λήψη μέτρων ύψους 2 έως 4 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη διετία 2015-16, έπειτα από τη δέσμη των 13,5 δισ. που θα εφαρμοσθεί έως τη λήξη του 2014.
Η διάθεση πόρων για την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων αναμένεται να προέλθει από την παράταση της έκτακτης εισφοράς και πέραν του 2014, λόγω της επέκτασης του προγράμματος, τη μείωση του δημόσιου τομέα, την επέκταση της μεταρρύθμισης στο χώρο της υγείας, καθώς και απο την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Στην έκθεσή γίνεται λόγος για μία οικονομία που παραμένει «αδύναμη», κάτι που ήταν ωστόσο αναμενόμενο καθώς η ελληνική προσαρμογή κινείται ακόμα μέσω «υφεσιακών αντί φιλο-παραγωγικών καναλιών».
Προβλέπει ύφεση της τάξης του 4,25% για τη χώρα μας κατά το 2013, ως απόρροια της σταθερής «αρνητικής απόκλισης» του ΑΕΠ σε σχέση με τις προβλέψεις του προγράμματος, και σημειώνει πως η ελληνική οικονομία να πλήττεται από «αποδυναμωμένη εμπιστοσύνη», «σφιχτές συνθήκες ρευστότητας» και «αδυναμία στις εξαγωγικές αγορές».
Εκτός από τις αρνητικές επισημάνσεις, υπάρχουν και θετικές διαπιστώσεις, όπως η υπερψήφιση του νέου φορολογικού νομοσχεδίου, η συνέχιση της αναδιάταξης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού κλάδου (με εκκρεμότητα την υπόθεση του ΤΤ) και η ολοκλήρωση πληθώρας προαπαιτούμενων δράσεων.