φόρος στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές δίχασε τους ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών την Τρίτη, καθώς συνεχίζουν να δέχονται εντεινόμενες πιέσεις να αντιμετωπίσουν την κρίση χρέους στην ευρωζώνη.
Γαλλία και Γερμανία ηγούνται των χωρών που τάσσονται υπέρ του νέου φόρου και άλλες επτά χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Σλοβενία και Ισπανία) εκφράζουν την υποστήριξή τους σε αυτόν.
Οι χώρες αυτές θεωρούν ότι η ΕΕ πρέπει να ηγηθεί της θέσπισης του φόρου αυτού σε παγκόσμιο επίπεδο ακόμα και εάν οι άλλες χώρες δεν ακολουθήσουν.
Βρετανία και Σουηδία όμως πιέζουν η πρόταση να μην εφαρμοστεί, και υπέρ της θέσης αυτής τάσσονται η Βουλγαρία, η Κύπρος, η Τσεχία και η Μάλτα. Εκτιμούν ότι ένας τέτοιος φόρος που θα εφαρμοζόταν μόνο στην Ευρώπη απλώς θα ωθούσε τις επιχειρήσεις σε άλλες αγορές όπου ο φόρος δεν υφίσταται. Λένε επίσης ότι το κόστος του φόρου απλώς θα μετακυλίεται στους πελάτες.
Επτά από τις 27 χώρες-μέλη της ΕΕ (Δανία, Ιταλία, Λετονία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Ρουμανία, Σλοβακία) δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε μια οριστική θέση, αν και αρκετές εκδηλώνουν ανησυχίες. Οι υπόλοιπες πέντε χώρες δεν έχουν εκφράσει άποψη. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει ότι τα έσοδα από το φόρο θα ελαφρύνουν το βάρος για τα κράτη-μέλη αντικαθιστώντας εν μέρει τη συμβολή τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η Επιτροπή υπολογίζει ότι ο φόρος θα απέφερε έσοδα 57 δισεκατομμυρίων ευρώ το χρόνο.
«Είμαι υπέρ τουλάχιστον της θέσπισης του (του φόρου) στην ευρωζώνη, επειδή θα στείλει ένα μήνυμα στις αγορές», δήλωσε η υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ. «Οι αγορές μας προκαλούν προβλήματα, άρα πρέπει κι αυτές οι ίδιες να συμβάλλουν στην σταθερότητα».
Ο Σουηδός πρωθυπουργός Αντερς Μποργκ, σχολιάζοντας τις εξελίξεις στην Ιταλία, προειδοποίησε νωρίτερα σήμερα ότι «και η Ευρώπη ξεμένει από αξιοπιστία». Από την πλευρά του ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν είπε ότι η ευρωζώνη πρέπει να «δείξει στον κόσμο ότι μπορεί να υποστηρίξει το νόμισμά της» και όχι να «περιμένει απλά τις εξελίξεις στην Αθήνα και στην Ρώμη».
Γαλλία και Γερμανία ηγούνται των χωρών που τάσσονται υπέρ του νέου φόρου και άλλες επτά χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Σλοβενία και Ισπανία) εκφράζουν την υποστήριξή τους σε αυτόν.
Οι χώρες αυτές θεωρούν ότι η ΕΕ πρέπει να ηγηθεί της θέσπισης του φόρου αυτού σε παγκόσμιο επίπεδο ακόμα και εάν οι άλλες χώρες δεν ακολουθήσουν.
Βρετανία και Σουηδία όμως πιέζουν η πρόταση να μην εφαρμοστεί, και υπέρ της θέσης αυτής τάσσονται η Βουλγαρία, η Κύπρος, η Τσεχία και η Μάλτα. Εκτιμούν ότι ένας τέτοιος φόρος που θα εφαρμοζόταν μόνο στην Ευρώπη απλώς θα ωθούσε τις επιχειρήσεις σε άλλες αγορές όπου ο φόρος δεν υφίσταται. Λένε επίσης ότι το κόστος του φόρου απλώς θα μετακυλίεται στους πελάτες.
Επτά από τις 27 χώρες-μέλη της ΕΕ (Δανία, Ιταλία, Λετονία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Ρουμανία, Σλοβακία) δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε μια οριστική θέση, αν και αρκετές εκδηλώνουν ανησυχίες. Οι υπόλοιπες πέντε χώρες δεν έχουν εκφράσει άποψη. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει ότι τα έσοδα από το φόρο θα ελαφρύνουν το βάρος για τα κράτη-μέλη αντικαθιστώντας εν μέρει τη συμβολή τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η Επιτροπή υπολογίζει ότι ο φόρος θα απέφερε έσοδα 57 δισεκατομμυρίων ευρώ το χρόνο.
«Είμαι υπέρ τουλάχιστον της θέσπισης του (του φόρου) στην ευρωζώνη, επειδή θα στείλει ένα μήνυμα στις αγορές», δήλωσε η υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ. «Οι αγορές μας προκαλούν προβλήματα, άρα πρέπει κι αυτές οι ίδιες να συμβάλλουν στην σταθερότητα».
Ο Σουηδός πρωθυπουργός Αντερς Μποργκ, σχολιάζοντας τις εξελίξεις στην Ιταλία, προειδοποίησε νωρίτερα σήμερα ότι «και η Ευρώπη ξεμένει από αξιοπιστία». Από την πλευρά του ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν είπε ότι η ευρωζώνη πρέπει να «δείξει στον κόσμο ότι μπορεί να υποστηρίξει το νόμισμά της» και όχι να «περιμένει απλά τις εξελίξεις στην Αθήνα και στην Ρώμη».